Του Βασίλη Σιακωτού
Από την στιγμή που εκδόθηκε σε βιβλίο η περιήγηση στην Ελλάδα του Παυσανία το 1516, από το γνωστό τυπογραφείο της Βενετίας του Άλδου Μανούτιου έγινε πιο εύκολη η μελέτη της αρχαιολογίας της Πελοποννήσου και μεγάλωσε το περιηγητικό ενδιαφέρον για την ευρύτερη περιοχή.
Ένας από τους πρώτους που προσπάθησαν να ταυτίσουν τις θέσεις του Παυσανία είναι ο γιατρός από την Φλωρεντία Alessandro Pini.
Όταν υπηρετούσε ως γιατρός του Νοσοκομείου στο Ναύπλιο, την περίοδο που η Πελοπόννησος ήταν υπό την Βενετική κυριαρχία (1685-1715), ο Ιταλός γιατρός ταξίδεψε σε όλο το μήκος και πλάτος της για τρία χρόνια (1700-1703) ακολουθώντας ουσιαστικά «τα βήματα του Παυσανία»
Είναι η πρώτη σοβαρή προσπάθεια για να επιβεβαιωθεί η εγκυρότητα των λόγων του Παυσανία. Εκτός από αυτό, ο Alessandro Pini παρέχει και πολύτιμες πληροφορίες, όχι μόνο για την Αρχαιότητα, αλλά και για την Πελοπόννησο εκείνη την εποχή.
Ασχολείται δηλαδή, όχι μόνο με τις αρχαιότητες, αλλά καταγράφει ακόμα τους οικισμούς, το τοπίο και την λαογραφία του 1700.
Από την ανέκδοτη «Περιγραφή της Πελοποννήσου» προκύπτει ότι διάφοροι Ευρωπαίοι ήδη επιδίδονταν σε ανασκαφές και συλλογή αρχαιοτήτων της Πελοποννησιακής γης.
Ως προς την Αρκαδία, ο αρχαιογνώστης Ιταλός επισημαίνει τα εξής:
– Το Παλαιό Μουχλί ή Μουχλιά, που δημιουργήθηκε μετά το 1204 όταν εγκατέλειψαν οι Έλληνες το Νίκλι, το κέντρο δηλαδή της Αρχαίας και Βυζαντινής Τεγέας, δεν ήταν ο οικισμός των αρχαίων Αμυκλών και ο Επίσκοπός του είχε έδρα -μετά την Τουρκική κατάκτηση του 1460- το χωριό Νεοχώρι ή Νεομουχλιά του τέως Δήμου Κορυθίου. Πρόκειται για το Μουχλί, με το περίφημο κάστρο που βρίσκεται στο όρος Παρθένι και σύμφωνα με τον θρύλο είχε 365 εκκλησίες!
– Για την Τρίπολη επισημαίνει ότι είναι μία καινούργια πόλη, χωρίς την ένδειξη κάποιων αρχαιοτήτων.
– Το χωριό Αχούρια (σημερινό Στάδιο Τεγέας) είναι το επίκεντρο της Αρχαίας Τεγέας και λίγο πιο πέρα, εντοπίζει το Ναό της Αλέας Αθηνάς, που δεν ήταν εντελώς κατεστραμμένος.
– Στην πεδιάδα του χωριού Κάψια εντοπίζει τα ερείπια της Αρχαίας Μαντινείας, όπου βρίσκει αφιερωματικές επιγραφές της εποχής του Ρωμαίου Αυτοκράτορα Ανδριανού.
– Κοντά στο χωριό Άγιος Ιωάννης Κυνουρίας καταγράφει την ύπαρξη πολλών Αρχαίων Αγαλμάτων, τα οποία μάλιστα οι Βενετοί αξιωματούχοι του Ναυπλίου είχαν αποπειραθεί να τα μεταφέρουν στο Ναύπλιο και από εκεί στην Βενετία. Η πληροφορία αυτή αποκτάει ιδιαίτερη σημασία, γιατί κατά πάσα πιθανότητα αφορά τον Αρχαιολογικό χώρο της Λουκούς, όπου υπήρχε η γνωστή βίλα του Ηρώδη του Αττικού.
– Τέλος, η πιο σημαντική του πληροφορία που μπορεί να μας βοηθήσει στην έρευνα, ακόμα και της Μυκηναϊκής Περιόδου, δηλαδή πριν το 1200 π.Χ. αφορά την ύπαρξη μεταλλείων χρυσού κοντά στην Τεγέα. Συγκεκριμένα, μνημονεύει το τοπωνύμιο Χρυσόχωμα και Χρυσοβούνι (un monte che dando contrassegni di haver miniera d’oro, lo chiamano i Greci Crissocoma e Crissovuni).
Με βάση τα έως σήμερα γνωστά επιστημονικά δεδομένα προσχωματικά κοιτάσματα χρυσού έχουμε στα Δολιανά.
Επίσης, ενδείξεις επιφανειακής εξόρυξης χρυσού έχουμε στα Βούρβουρα, στη θέση Οβολιός, πάνω από το γεφύρι του Γραμμένου, όπου υπάρχουν σωροί από ποταμίσιες πέτρες.
Βιβλιογραφία:
1. Aλέξης Μ. Μάλλιαρης, Alessandro Pini: Ανέκδοτη Περιγραφή της Πελοποννήσου (1703), Βενετία 1997, σ. 37.
2. Μάρκος Βαξεβανόπουλος, Καταγραφή και μελέτη της αρχαίας μεταλλευτικής δραστηριότητας στο όρος Παγγαίο, διδακτορική διατριβή, Θεσσαλονίκη 2017, σσ. 26-28.
Βασίλης Σιακωτός
Ιστορικός
Στην φωτογραφία απεικονίζεται η Πελοπόννησος και είναι από το βιβλίο του François Djindjian, Αρχαιολογία. Θεωρίες, μέθοδοι και ανασυνθέσεις